ΤΕΧΝΙΚΗ
– ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ
ΑΝΑΔΙΑΡΘΡΩΣΕΙΣ
ΣΤΗ ΒΑΣΗ ΤΩΝ ΕΠΙΤΑΓΩΝ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΤΩΝ ΜΝΗΜΟΝΙΩΝ
Του
Δημήτρη Καρυώτη
Το
3ο Μνημόνιο που ψηφίστηκε τον Αύγουστο 2015 απ΄ την κυβέρνηση
ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ και τα κόμματα της αντιπολίτευσης ΝΔ, ΠΑΣΟΚ και το ΠΟΤΑΜΙ καθορίζει
ανάμεσα σε άλλα και τις αναδιαρθρώσεις που πρέπει να υλοποιηθούν στην
Επαγγελματική Εκπαίδευση έως το τέλος του 2015.
Συγκεκριμένα
στη παράγραφο:
«4. Διαθρωτικές πολιτικές για την
ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας και της ανάπτυξης
4.1 Αγορά εργασίας και ανθρώπινο
κεφάλαιο»
Αναφέρει
για την επαγγελματική κατάρτιση:
«Επαγγελματική
κατάρτιση. Επιπλέον, σύμφωνα με τον προϋπολογισμό του 2016 και προκειμένου να
επιτύχει τον εκσυγχρονισμό και την επέκταση της επαγγελματικής εκπαίδευσης και
κατάρτισης (ΕΕΚ), και με βάση τη μεταρρύθμιση που εγκρίθηκε το 2013 (Νόμος
4186/2013), η κυβέρνηση, έως τον Δεκέμβριο του 2015 (βασικό παραδοτέο): i) θα θεσπίσει ένα σύγχρονο πλαίσιο ποιότητας για την
ΕΕΚ/μαθητεία, ii) θα
δημιουργήσει ένα σύστημα για τον προσδιορισμό των αναγκών σε επίπεδο δεξιοτήτων
και μια διαδικασία αναβάθμισης των προγραμμάτων και της πιστοποίησης, iii) θα δρομολογήσει πιλοτικές συμπράξεις με
περιφερειακές αρχές και εργοδότες το 2015-2016 και iv) θα χαράξει ολοκληρωμένο σχέδιο εφαρμογής του
Υπουργείου Εργασίας, του Υπουργείου Παιδείας και του ΟΑΕΔ, με σκοπό την παροχή
του απαιτούμενου αριθμού θέσεων μαθητείας για όλους τους σπουδαστές της
επαγγελματικής εκπαίδευσης (ΕΠΑΣ και ΙΕΚ) έως το 2016 και για το 33%
τουλάχιστον του συνόλου των σπουδαστών της τεχνικής δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης
(ΕΠΑΛ) έως το 2016-2017 και v) θα διασφαλίσει
μεγαλύτερη συμμετοχή των εργοδοτών και μεγαλύτερη χρήση της ιδιωτικής
χρηματοδότησης. Το ακαδημαϊκό έτος 2015-2016 θα λειτουργήσουν περιφερειακές
συμπράξεις δημοσίου-ιδιωτικού τομέα.»
Η
καταγραφή αυτή των πολιτικών που αναγράφονται στο μνημόνιο και θα πρέπει να
εξειδικευθούν απ’ την Ελληνική Κυβέρνηση, δεν είναι τίποτε άλλο από την
υλοποίηση των στόχων των προτεραιοτήτων και των κατευθύνσεων της Ευρωπαϊκής
Επιτροπής για τα συστήματα Επαγγελματικής Εκπαίδευσης και Κατάρτισης που πρέπει
να ισχύσουν στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Μερικές παραπομπές απ’ το κείμενο της
Ευρωπαϊκής Επιτροπής ξεδιαλύνουν το τοπίο.
Αναφέρει
η συγκεκριμένη έκθεση για την εκπαίδευση με ημερομηνία 20/11/2012:
«Η
επένδυση στον τομέα της εκπαίδευσης και της κατάρτισης για την ανάπτυξη δεξιοτήτων
έχει
ζωτική σημασία για την τόνωση της ανάπτυξης και της ανταγωνιστικότητας: oι
δεξιότητες
καθορίζουν την ικανότητα της Ευρώπης να αυξήσει την παραγωγικότητα.
Μακροπρόθεσμα,
οι δεξιότητες μπορούν να αποτελέσουν μοχλό για την καινοτομία και την
ανάπτυξη,
να μετακινήσουν την παραγωγή προς τα επάνω στην αλυσίδα αξίας, να
ενθαρρύνουν
τη συγκέντρωση δεξιοτήτων υψηλού επιπέδου στην ΕΕ και να διαμορφώσουν
τη
μελλοντική αγορά εργασίας….
…………
Η παρούσα ανακοίνωση καλύπτει τέσσερις τομείς που είναι ουσιαστικής σημασίας
για την αντιμετώπιση του ζητήματος αυτού και στους οποίους τα κράτη μέλη θα
πρέπει να εντείνουν τις προσπάθειές τους.
•
Ανάπτυξη επαγγελματικής εκπαίδευσης και κατάρτισης παγκόσμιου επιπέδου για να
αυξηθεί η ποιότητα των επαγγελματικών δεξιοτήτων
•
Προώθηση της μάθησης με βάση την εργασία, συμπεριλαμβανομένων υψηλής ποιότητας
πρακτικής άσκησης, μαθητείας και διττών μοντέλων μάθησης που διευκολύνουν τη
μετάβαση από τη μάθηση στην εργασία
•
Προώθηση εταιρικών σχέσεων μεταξύ δημόσιων και ιδιωτικών φορέων (για να
εξασφαλίζονται κατάλληλα προγράμματα σπουδών και παροχή κατάλληλων δεξιοτήτων)
•
Προώθηση της κινητικότητας μέσω του προτεινόμενου προγράμματος Erasmus για
Όλους
……..Επαγγελματικές
δεξιότητες
Η
αύξηση της ποιότητας των επαγγελματικών δεξιοτήτων απαιτεί την ανάπτυξη
συστημάτων
ΕΕΚ παγκόσμιου κύρους …
…….Η
μάθηση με βάση την εργασία και κυρίως η μαθητεία και άλλα διττά μοντέλα
διευκολύνουν τη μετάβαση από τη μάθηση στην εργασία. Οι διαδικασίες αυτές
απαιτούν ένα σαφές κανονιστικό πλαίσιο και καθορισμένους ρόλους των διαφόρων
συντελεστών, ενώ πρέπει να αποτελούν αναπόσπαστο τμήμα του συνολικού
εκπαιδευτικού συστήματος.
…..Η
μάθηση με βάση την εργασία, όπως π.χ. οι διττές προσεγγίσεις, πρέπει να
αποτελεί
κεντρικό
πυλώνα των συστημάτων επαγγελματικής εκπαίδευσης και κατάρτισης σε
ολόκληρη
την Ευρώπη, με στόχο την μείωση της ανεργίας των νέων, τη διευκόλυνση της
μετάβασης
από την εκπαίδευση στην απασχόληση και την ανταπόκριση στις ανάγκες
δεξιοτήτων
της αγοράς εργασίας.
…..Τα
προγράμματα σπουδών, ιδίως στην ΕΕΚ, θα πρέπει να γίνουν πιο συναφή με τον χώρο
εργασίας
μέσω συνεχούς συνεργασίας με τις επιχειρήσεις και τους εργοδότες, π.χ. με
επισκέψεις
επιχειρηματιών στην αίθουσα διδασκαλίας για ενίσχυση της μάθησης.»
Ο
νόμος Αρβανιτόπουλου (4186/2013) προσπάθησε να υλοποιήσει τις κατευθύνσεις της Ευρωπαϊκής
Ένωσης για την εκπαίδευση θεσμοθετώντας
τους δύο βασικούς πυλώνες των προτάσεων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής:
1)
α) Την Μαθητεία
μετά το Γυμνάσιο στις Σχολές Επαγγελματικής Κατάρτισης που εξακολουθούν σήμερα
να λειτουργούν με την ευθύνη άλλων Υπουργείων αφού καταργήθηκαν απ’ το
Υπουργείο Παιδείας.
β)
Την Μαθητεία στην τάξη ειδίκευσης (4ο έτος) του ΕΠΑΛ. «Η Τάξη Μαθητείας, που εφαρμόζει το δυϊκό
σύστημα εκπαίδευσης (μαθητείας) του Ο.Α.Ε.Δ. έχει διάρκεια ένα (1) έτος και
περιλαμβάνει Μαθητεία με εκπαίδευση στο χώρο εργασίας, Μάθημα Ειδικότητας και
Προπαρασκευαστικά Μαθήματα Πιστοποίησης στη σχολική μονάδα αντίστοιχα. Άρθρο 7»
2)
Τα αναλυτικά προγράμματα σπουδών της Τεχνικής
Εκπαίδευσης «διαμορφώνονται σύμφωνα με
τις κατευθύνσεις του ευρωπαϊκού συστήματος πιστωτικών μονάδων για την
επαγγελματική εκπαίδευση και κατάρτιση (European
Credit System for Vocational and Education and Training – ECVET), που
περιγράφεται στη Σύσταση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της
18ης Ιουνίου 2009 (Ε.Ε. C 155/02 της 8.7.2009). Άρθρο 10»
ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΠΙΣΤΩΤΙΚΩΝ ΜΟΝΑΔΩΝ (ECVET) ΚΑΙ
ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΑΙ ΕΘΝΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΠΡΟΣΟΝΤΩΝ
Τα
Αναλυτικά προγράμματα σπουδών του Επαγγελματικού Λυκείου και των Σχολών
Επαγγελματικής Κατάρτισης θα καταρτιστούν με την «θεσμοθέτηση σπονδυλωτών προγραμμάτων σπουδών» σε συνδυασμό με τα
προγράμματα άλλων τύπων κατάρτισης, όπως π.χ. τα μεταδευτεροβάθμια ΙΕΚ . Με τον
τρόπο αυτό θα γίνεται «η αντιστοίχιση
των προγραμμάτων σπουδών σε πιστωτικές μονάδες και η πιστοποίηση των
προσόντων», που θα αφορά κάθε μελλοντικό εργαζόμενο ξεχωριστά.
Παρ’
όλο που ο νόμος 4186/17-9-2013 για την Αναδιάρθρωση της Δευτεροβάθμιας
Εκπαίδευσης αναφέρει ότι τα επαγγελματικά δικαιώματα των αποφοίτων του
επαγγελματικού Λυκείου καθορίζονται με προεδρικά διατάγματα, οι απόφοιτοι στην
ουσία δεν θα έχουν τα ίδια επαγγελματικά δικαιώματα μεταξύ τους. Το ίδιο φυσικά
ισχύει για τους απόφοιτους όλων των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων ανεξαρτήτως
επιπέδου.
Ο
νόμος 4186/17-9-2013 για την Αναδιάρθρωση της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης στο
άρθρο 10 για τα Αναλυτικά προγράμματα σπουδών αναφέρει:
Τα
κατά την προηγούμενη παράγραφο αναλυτικά
προγράμματα σπουδών διαμορφώνονται σύμφωνα με τις κατευθύνσεις του ευρωπαϊκού συστήματος πιστωτικών μονάδων για
την επαγγελματική εκπαίδευση και κατάρτιση
(European Credit System for Vocational and Education and Training – ECVET), που περιγράφεται στη Σύσταση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 18ης
Ιουνίου 2009 (Ε.Ε. C 155/02 της 8.7.2009).
Τι
είναι το σύστημα ECVET.
Το
σύστημα ECVET είναι:
Ευρωπαϊκό
σύστημα μεταφοράς ακαδημαϊκών μονάδων για την Επαγγελματική Εκπαίδευση και
Κατάρτιση (ECVET).
Επιτρέπει
την επικύρωση, την αναγνώριση και τη συσσώρευση εργασιακών δεξιοτήτων και
γνώσεων που αποκτώνται στη διάρκεια παραμονής σε μια χώρα ή σε διαφορετικές,
ούτως ώστε η αποκτηθείσα εμπειρία να συνυπολογίζεται στα προσόντα
επαγγελματικής κατάρτισης
Απ’
την επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης μαθαίνουμε για τους στόχους του
συστήματος:
Τα
συστήματα VET, ένα από τα κυριότερα πεδία της διά βίου μάθησης, συνδέονται
άμεσα τόσο με τη γενική και ανώτερη εκπαίδευση όσο και με την πολιτική απασχόλησης,
καθώς και με την κοινωνική πολιτική κάθε κράτους μέλους. Βάσει της εν λόγω δια
τομεακής τους δράσης προωθούν όχι μόνο την ανταγωνιστικότητα της ευρωπαϊκής
οικονομίας και την πλήρωση των αναγκών της αγοράς εργασίας, αλλά και την
κοινωνική συνοχή και ισότητα, καθώς και τη συμμετοχή και τη σύμπραξη των
πολιτών.
Οι
εισηγήσεις σεμιναρίων για το παραπάνω σύστημα αναφέρουν:
Το
ECVET είναι ένας μηχανισμός ο οποίος παρέχει τη δυνατότητα να περιγραφεί με
μεθοδικότητα ένα επαγγελματικό προσόν με βάση ψηφίδες «unit» μαθησιακών
αποτελεσμάτων, που μπορούν να μεταφερθούν και να συσσωρευτούν (γνώσεις,
δεξιότητες και ικανότητες) και στις οποίες αντιστοιχούν πιστωτικές μονάδες.
Το
ECVET αποσκοπεί στο να διευκολύνει τη μεταφορά και συσσώρευση μαθησιακών
αποτελεσμάτων μεμονωμένων ατόμων που περνούν από ένα περιβάλλον κατάρτισης σε
ένα άλλο, από ένα σύστημα επαγγελματικής πιστοποίησης σε ένα άλλο. Είναι ένας
μεθοδικός τρόπος για να περιγραφεί ένα επαγγελματικό προσόν με βάση ψηφίδων
μαθησιακών αποτελεσμάτων που μπορούν να μεταφερθούν και να συσσωρευτούν
(γνώσεις, δεξιότητες και ικανότητες) με αντίστοιχες πιστωτικές μονάδες.
Οι
πιστωτικές μονάδες του ECVET προτείνονται ως μία επιπλέον πηγή πληροφόρησης σε
αριθμητική μορφή. Εφόσον συσχετιστούν και με τα επαγγελματικά προσόντα και με
τις ψηφίδες, οι πιστωτικές μονάδες του ECVET επιτελούν δύο λειτουργίες:
•
δίνουν μια απλή απεικόνιση της σχετικής αξίας μιας ψηφίδας μαθησιακών
αποτελεσμάτων σε σχέση με το πλήρες επαγγελματικό προσόν. Απεικονίζουν την
αναλογία της ψηφίδας προς το επαγγελματικό προσόν.
•
Διευκολύνουν τη μεταφορά μαθησιακών αποτελεσμάτων με ένα χειροπιαστό τρόπο
παρέχοντας ένα κοινό σημείο αναφοράς σε ευρωπαϊκό επίπεδο μεταξύ των συστημάτων
επαγγελματικών προσόντων
Τι είναι η ψηφίδα;
Είναι
ένα σύνολο μαθησιακών αποτελεσμάτων (γνώσεων, δεξιοτήτων και ικανοτήτων) που
κανονικά συνιστούν το πιο μικρό τμήμα ενός επαγγελματικού προσόντος που μπορεί
να αξιολογηθεί, να επικυρωθεί και, πιθανώς, να πιστοποιηθεί. Μια ψηφίδα μπορεί
να είναι εξειδικευμένη για ένα μόνο επαγγελματικό προσόν ή κοινή σε διάφορα
επαγγελματικά προσόντα.
Γίνεται
αμέσως κατανοητό με βάση τις παραπάνω αρχές, ότι το σύστημα των εκπαιδευτικών
πιστωτικών μονάδων οδηγεί στον κατακερματισμό των γνωστικών πεδίων. Εδώ
αναφέρονται τα «σπονδυλωτά προγράμματα σπουδών» αλλά και το κομμάτιασμα των
επαγγελματικών δικαιωμάτων που κατακτούσε κάποιος πτυχιούχος με το πτυχίο του
σε ψηφίδες επαγγελματικών προσόντων.
Με
τον τρόπο αυτό θα γίνεται «η πιστοποίηση των επαγγελματικών προσόντων», που θα
αφορά κάθε μελλοντικό εργαζόμενο ξεχωριστά.
Αυτός
ο κατακερματισμός οδηγεί στην εξατομίκευση των επαγγελματικών προσόντων, που
οδηγεί με τη σειρά του στην εξατομίκευση των συμβάσεων εργασίας. Ο απώτερος
στόχος όλης αυτής της διαδικασίας είναι η μείωση του εργασιακού κόστους ανά μονάδα
εργασίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση (Απόφαση της Λισαβόνας), με την κατάργηση των
συλλογικών συμβάσεων εργασίας, μιας και στο μέλλον δεν θα υπάρχουν εργαζόμενοι
με «ομαδοποιημένα προσόντα» .
Οι
πιστοποιήσεις απ’ τον ΕΟΠΠΕΠ των αποφοίτων του τμήματος της μαθητείας του
επαγγελματικού Λυκείου και των Σχολών Επαγγελματικής Κατάρτισης, με
Πανελλαδικού τύπου εξετάσεις σ’ αυτό το διαχωρισμό αποσκοπούν. Με τον τρόπο
αυτό θα είναι πολλοί εκείνοι που δεν θα πιστοποιηθούν και θα έχουν μόνο
Βεβαίωση σπουδών, που θα παραπέμπει σε κάποιο αριθμό πιστωτικών μονάδων,
προφανώς λιγότερες απ’ τους πιστοποιημένους και περισσότερες απ’ τους
κατέχοντες μόνο απολυτηρίου-πτυχίου Επαγγελματικού Λυκείου. Αυτό, άλλωστε,
δείχνει η αντίστοιχη εμπειρία των ΙΕΚ.
Ευρωπαϊκό
και Εθνικό Πλαίσιο Προσόντων
Το Εθνικό Πλαίσιο Προσόντων όπως και το Ευρωπαϊκό
αποτελείται από οκτώ επίπεδα αναφοράς που ορίζονται με βάση τα μαθησιακά
αποτελέσματα.
Για να προσδιοριστούν τα οκτώ επίπεδα αναφοράς του
Εθνικού Πλαισίου Προσόντων πρέπει πρώτα να σχεδιαστούν τα Επαγγελματικά Περιγράμματα που αφορούν την
κάθε επαγγελματική κατηγορία.
Τα Επαγγελματικά Περιγράμματα έχουν άμεση σχέση με
την στρατηγική και τις προτεραιότητες ανάπτυξης της χώρας, αφού θα περιγράφουν
και θα προδιαγράφουν τις βασικές ανάγκες σε εργατικό, τεχνικό και επιστημονικό
προσωπικό για όλους τους τομείς οικονομικής ανάπτυξης της χώρας . Είναι
προφανές ότι ο σχεδιασμός των Επαγγελματικών Περιγραμμάτων είναι κατ’ εξοχήν πολιτικό ζήτημα που θα φωτογραφίζει
την οικονομική πορεία και στόχευση της χώρας
Για το Ευρωπαϊκό και το Εθνικό Πλαίσιο
Προσόντων ως μαθησιακό αποτέλεσμα
νοείται η «περιγραφή του τι γνωρίζει, κατανοεί και είναι ικανός να κάνει ο
εκπαιδευόμενος μετά την ολοκλήρωση της μαθησιακής διαδικασίας». Δηλαδή το σύστημα αυτό συγκρίνει προσόντα
σύμφωνα με το περιεχόμενο και τα χαρακτηριστικά τους και όχι σύμφωνα με πως
αποκτήθηκαν αυτά. Δηλαδή δεν ενδιαφέρεται το σύστημα αυτό αν τα «μαθησιακά
αποτελέσματα» αποκτήθηκαν μέσα στο τυπικό σύστημα μάθησης ή σε άτυπα συστήματα
μάθησης ή από εργασιακή εμπειρία. Δηλαδή η χρήση των «μαθησιακών αποτελεσμάτων»
στην περιγραφή των επιπέδων των προσόντων θα διευκολύνει την πιστοποίηση της
μάθησης που πραγματοποιείται έξω απ’ το πλαίσιο των αναγνωρισμένων ιδρυμάτων
εκπαίδευσης και κατάρτισης, προφανώς στα πλαίσια της Δια Βίου Μάθησης.
Κάθε ένα απ’ τα οκτώ επίπεδα του Εθνικού Πλαισίου
Προσόντων ορίζεται στη βάση τριών περιγραφικών δεικτών, που προσδιορίζουν τα
«μαθησιακά αποτελέσματα» που αντιστοιχούν στα προσόντα του συγκεκριμένου
επιπέδου
Αυτά είναι:
1) Οι απαιτούμενες γνώσεις που
περιγράφονται ως θεωρητικές ή και αντικειμενικές
2) Οι απαιτούμενες δεξιότητες που περιγράφονται ως γνωστικές (χρήση λογικής,
διαισθητικής και δημιουργικής σκέψης) και πρακτικές (αφορούν τη χειρωνακτική
επιδεξιότητα και τη χρήση μεθόδων, υλικών, εργαλείων και οργάνων)
3) Οι απαιτούμενες ικανότητες. Η περιγραφή ως προς τις «ικανότητες» αφορά
την υπευθυνότητα και την αυτονομία στα πλαίσια της εργασίας, του εργαζόμενου
Για να λειτουργήσει το σύστημα του Πλαισίου
Προσόντων πρέπει να υπάρξει διαδικασία πιστοποίησης της άτυπης μάθησης που
αποκτάται πέρα απ’ τις τυπικές δομές τις εκπαίδευσης, όπως για παράδειγμα η
μάθηση στην εργασία, στο σπίτι και στον ελεύθερο χρόνο.
Γίνεται φανερό ότι οι τίτλοι σπουδών από μόνοι τους
δεν θα πιστοποιούν συγκεκριμένα επαγγελματικά δικαιώματα αλλά μια βασική
προϋπόθεση για την ένταξη σε ένα ή περισσότερα επίπεδα του Εθνικού Πλαισίου
Προσόντων.
Το σύστημα πιστωτικών μονάδων ECVET για την Επαγγελματική Εκπαίδευση και Κατάρτιση μαζί με το αντίστοιχο
σύστημα ECTS που χρησιμοποιείται ήδη ευρέως στην ανώτατη εκπαίδευση, θα παίξουν
καθοριστικό ρόλο στην ένταξη των εργαζόμενων σε ένα ή και παραπάνω επίπεδα του
Εθνικού Πλαισίου Προσόντων, αλλά και στη κατηγοριοποίηση των εργαζομένων στα
πλαίσια ενός επιπέδου.
Ο ΘΕΣΜΟΣ ΤΗΣ
ΜΑΘΗΤΕΙΑΣ
Με
το θεσμό της μαθητείας οδηγούν τους ανήλικους μαθητές ή και αυτούς των 18 και 19 χρόνων στην
αγορά εργασίας, ως εργατικό δυναμικό, στο όνομα της εκπαίδευσης.
Ασφαλώς στις σημερινές συνθήκες,
επιβάλλεται να υπάρχουν σχολεία, αλλά και θεσμοί διευκόλυνσης για τους
εργαζόμενους μαθητές, που να είναι δεσμευτικοί για τους εργοδότες.
Είναι άλλο πράγμα όμως ο θεσμός της μαθητείας,
που υποτίθεται ότι θα αποτελεί μέρος της εκπαιδευτικής διαδικασίας του
σχολείου.
Το
σύστημα της μαθητείας αναπτύχθηκε για πρώτη φορά στον ύστερο Μεσαίωνα και η
εποπτεία του ήταν ευθύνη των συντεχνιών και των κυβερνήσεων.
Το
μοντέλο της μαθητείας ακολουθήθηκε ως μοντέλο Τεχνικής Εκπαίδευσης από πολλές
χώρες μετά το Β’ Παγκόσμιο πόλεμο, με ιδιαίτερη έμφαση στη Γερμανία.
Στην
Ελλάδα η μαθητεία εφαρμόστηκε απ΄ τη δεκαετία του 1950 και εφαρμόζεται ακόμη απ’
τις σχολές ΟΑΕΔ που σήμερα λειτουργεί με το δυικό σύστημα, δηλαδή δύο ή τρείς
ημέρες μάθημα στο σχολείο και δύο ή τρείς ημέρες εργασία στις επιχειρήσεις.
Η μαθητεία
που προωθείται μέσα απ’ το σχολείο, είναι η οργανωμένη μορφή της λογικής του
«μικρού» βοηθού του τεχνίτη, που προσπαθεί να μάθει την τέχνη μέσα απ’ την
εργασία.
Μπορεί
η μαθητεία να χαρακτηριστεί εκπαιδευτική διαδικασία;
Αναμφίβολα
σε κάθε χώρο εργασίας παράγεται γνώση
και η εμπειρία που αποκτάται με τα χρόνια εργασίας είναι πολύτιμη και
προστίθεται συνέχεια σε όλο τον εργάσιμο βίο του κάθε εργαζόμενου.
Δεν μπορεί όμως να υπάρχει εκπαιδευτική διαδικασία
στο χώρο εργασίας. Πολύ περισσότερο να θεωρείται ότι ο χώρος εργασίας μπορεί να
αντικαταστήσει ή να συμπληρώσει το σχολείο υλοποιώντας μέρος της εκπαιδευτικής
διαδικασίας, πριν ακόμη ολοκληρωθούν οι σπουδές και άρα χωρίς να έχει ο μαθητής
ολοκληρωμένη γνώση για την ειδικότητά στην οποία εκπαιδεύεται.
Ο μαθητής που ακολουθεί πρόγραμμα
Μαθητείας είναι αναγκασμένος να ακολουθεί τις ανάγκες της παραγωγικής
διαδικασίας, που το αντικείμενό της, εκ’ των πραγμάτων, δεν εντάσσεται σ’ ένα
ολοκληρωμένο γνωστικό αντικείμενο. Έτσι η εμπειρία που θα αποκτηθεί δεν μπορεί
να αποτελέσει και ολοκληρωμένη γνώση μιας ειδικότητας.
Η
εμπειρία που αποκτιέται απ’ το εργαζόμενο με την εργασία, προφανώς προσθέτει
πολλές και πολύτιμες γνώσεις, που είναι τόσο περισσότερες, όσο καλλίτερες είναι
οι βασικές γνώσεις με τις οποίες ξεκινάει τον εργασιακό του βίο ο εργαζόμενος.
Η
χρόνος της μαθητείας δεν μπορεί να χαρακτηριστεί σε καμιά περίπτωση τάξη
εκπαίδευσης και δεν μπορεί να εντάσσονται αυτές οι πρακτικές μέσα
στη σχολική μονάδα. Ο χρόνος αυτός μπορεί κάλλιστα να αφιερωθεί στη
επαγγελματική εκπαίδευση των μαθητών μέσα στο σχολείο για να μπορέσει ο
πτυχιούχος να εμπεδώσει πολύ καλλίτερα τις γνώσεις της ειδικότητάς του.
Αυτό που επιχειρείται τελικά σήμερα με
τη μαθητεία είναι, να αποτελέσουν οι μαθητές στο όνομα της εκπαίδευσης, ένα
πρώτης τάξης φτηνό εργατικό δυναμικό για όλες τις επιχειρήσεις, με τα χρήματα
του ελληνικού λαού αφού θα είναι
επιδοτούμενοι εξ’ ολοκλήρου απ’ τα κρατικά ταμεία μέσω προγραμμάτων του
Υπουργείου Παιδείας και προγραμμάτων ΕΣΠΑ, χωρίς κανένα εργασιακό και
συνταξιοδοτικό δικαίωμα.
Ο
νόμος 4183/2013 καθορίζει: «Η Τάξη Μαθητείας είναι δυνατόν να χρηματοδοτείται από
εθνικούς ή κοινοτικούς πόρους σύμφωνα με τις ισχύουσες κάθε φορά διατάξεις.
(άρθρο 14)».
Επίσης η Υπουργική Απόφαση
6564/13-6-2012 καθορίζει τις
«Υποτροφίες σε Αποφοίτους Τεχνικής Εκπαίδευσης του Υπουργείου Παιδείας,
Δια Βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων στο πλαίσιο συγχρηματοδοτούμενων Πράξεων του
ΕΣΠΑ 2007 − 2013 για την υλοποίηση Προγράμματος Μαθητείας για απόκτηση
επαγγελματικής εμπειρίας.»
Το άρθρο 2 της συγκεκριμένης
απόφασης ορίζει
«1. Οι υποτροφίες χορηγούνται από
το Υπουργείο Παιδείας, Δια Βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων, μέσω της Ειδικής
Υπηρεσίας Εφαρμογής Εκπαιδευτικών Δράσεων και του Ειδικού Λογαριασμού του
Υπουργείου, σε αποφοίτους Τεχνικής Εκπαίδευσης του Υπουργείου Παιδείας, Δια
Βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων οι οποίοι δηλώνουν συμμετοχή και επιλέγονται από
Επιχειρήσεις για να μαθητεύσουν και να
αποκτήσουν επαγγελματική εμπειρία σε θέσεις Μαθητείας που προσφέρονται από τις
Επιχειρήσεις.
3. Το ποσό της υποτροφίας
ορίζεται στα 300 € μηνιαίως για κάθε μήνα Μαθητείας, στο πλαίσιο του οποίου
πραγματοποιείται Μαθητεία πέντε (5) ημερών εβδομαδιαίως για έξι (6) ώρες
ημερησίως......»
Στο συγκεκριμένο πρόγραμμα το
δημόσιο σχολείο (ΕΠΑΛ) έχει τη ευθύνη διοικητικής μέριμνας, δηλαδή να βρει τους
αποφοίτους του που θα συμμετάσχουν και να τους τοποθετήσει στις επιχειρήσεις.
Το αποκορύφωμα των προγραμμάτων
αυτών και η αποκάλυψη των στόχων που επιτελούν, αποτελεί ο τρόπος λειτουργίας
των Σχολών Επαγγελματικής Κατάρτισης που ιδρύθηκαν απ’ τον ΟΑΕΔ στα πλαίσια της
συνεργασίας μεταξύ του ΟΑΕΔ και του Ελληνογερμανικού Εμπορικού και Βιομηχανικού
Επιμελητηρίου. Η διάρκεια της φοίτησης είναι τριετής και το κάθε έτος
διαιρείται σε δύο μέρη: Σε 4 μήνες ενδοσχολικής εκπαίδευσης και 8 μήνες
μαθητείας στα ξενοδοχεία. Το κριτήριο της διαίρεσης αυτής σχετίζεται με την
τουριστική κίνηση. Η ενδοσχολική εκπαίδευση γίνεται κατά τη διάρκεια της
χαμηλής τουριστικής περιόδου, ενώ με την έναρξη της τουριστικής σεζόν ξεκινά η
μαθητεία, δηλαδή η εργασία σπουδαστών και σπουδαστριών στις επιχειρήσεις. Οι
μαθητευόμενοι θα εργάζονται με 8ωρη βάρδια για 5 μέρες τη βδομάδα. Το
ημερομίσθιο της μαθητείας περιορίζεται στο ύψος του 75% του κατώτερου, δηλαδή
16,76 ευρώ με τα σημερινά δεδομένα.
Σε
όλα τα προγράμματα μαθητείας οι μαθητευόμενοι δεν έχουν κανένα ασφαλιστικό και
συνταξιοδοτικό δικαίωμα αφού ασφαλίζονται μόνο για τον κίνδυνο ατυχήματος στον εργασιακό
χώρο
Είναι σαφές ότι οι μαθητευόμενοι λειτουργούν ως
εργατικό δυναμικό προς όφελος της κερδοφορίας των επιχειρήσεων, που σε πάρα
πολλές περιπτώσεις θα οδηγήσει στην ανεργία αρκετούς εργαζόμενους μεγαλύτερης
ηλικίας και θα είναι αποτρεπτικός παράγοντας για την είσοδο των ήδη ανέργων
στην αγορά εργασίας.
Είναι
απορίας άξιον ή μάλλον αποκαλύπτεται πλήρως ο ρόλος της ηγεσίας της ΓΣΕΕ ως
βασικός πυλώνας προώθησης των μνημονιακών πολιτικών και των κατευθύνσεων της
Ευρωπαϊκής Ένωσης, αφού με επίσημο έγγραφο της διοίκησης ζητάει απ’ τον
πρωθυπουργό της χώρας και την ηγεσία του
Υπουργείου Παιδείας την άμεση εφαρμογή των συστημάτων μαθητείας απ’ τις δομές
της Επαγγελματικής Εκπαίδευσης και Κατάρτισης. Μάλιστα οργανώνει και σεμινάρια
ενημέρωσης για τους εκπαιδευτικούς των σχολείων της Επαγγελματικής Εκπαίδευσης,
για την οργάνωση προγραμμάτων μαθητείας απ’ τα σχολεία. Προφανώς επιχορηγείται
για τα προγράμματα αυτά μέσω προγραμμάτων του ΕΣΠΑ και του ΛΑΕΚ. Άξιος ο μισθός
τους !!!!!!!
Πρέπει οι μαθητές της Τεχνικής –
Επαγγελματικής Εκπαίδευσης να έρχονται σε επαφή με τους εργασιακούς χώρους των
Τομέων και Ειδικοτήτων τους;
Είναι
σαφές ότι την όσμωση με τα τεκταινόμενα στην εφαρμογή των επαγγελμάτων μπορούν
να την πάρουν οι μαθητές μέσα από εκπαιδευτικές επισκέψεις στους επαγγελματικούς
χώρους, στα πλαίσια των μαθημάτων τους. Εκεί μπορούν να ενημερώνονται για
εξειδικευμένες τεχνολογίες και επαγγελματικές πρακτικές που εφαρμόζονται στις
συγκεκριμένες επιχειρήσεις.
Επίσης οι απόφοιτοι του Επαγγελματικού
Σχολείου, μετά την απόκτηση του πτυχίου, μπορούν να προσλαμβάνονται σε
επιχειρήσεις του Δημόσιου και Ιδιωτικού τομέα με οργανωμένο τρόπο, με ευθύνη
της Πολιτείας και με εποπτεία του Υπουργείου Παιδείας, για την απόκτηση της
απαραίτητης εργασιακής εμπειρίας. Αυτό το διάστημα πρέπει να έχουν πλήρη
εργασιακά και ασφαλιστικά-συνταξιοδοτικά δικαιώματα. Ο χρόνος αυτός είναι ικανός
για να την εμπέδωση της γνώσης που κατέκτησε ο πτυχιούχος στο σχολείο και την
απόκτηση εμπειρίας για την θωράκιση και επέκταση των γνώσεων του στον τομέα που
εργάζεται.
ΣΤΟΝ ΑΝΤΙΠΟΔΑ ΑΥΤΩΝ ΤΩΝ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ
Ο ΡΟΛΟΣ ΤΗΣ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΚΑΙ Η ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ
Οι
τελευταίες δεκαετίες χαρακτηρίζονται από μεγάλες ανατροπές στο χαρακτήρα και
στη δομή των περισσότερων επαγγελματικών δραστηριοτήτων.
Η
τερατώδης ανάπτυξη των νέων τεχνολογιών δημιούργησε νέα δεδομένα. Πολλές
επαγγελματικές δραστηριότητες, που άλλοτε απαιτούσαν εμπειρικές γνώσεις ή
γνώσεις επιπέδου δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, συρρικνώθηκαν δραματικά, ενώ στις
περισσότερες οι τεχνολογικές εξελίξεις ανάγκασαν τους εργαζόμενους να κάνουν
αγώνα δρόμου για να μπορέσουν να παραμείνουν ενεργοί στην επαγγελματική τους
δραστηριότητα. Αυτοί που δεν τα κατάφεραν άλλαξαν αντικείμενο εργασίας ή
έμειναν άνεργοι.
Η νέα επαγγελματική πραγματικότητα,
απαιτεί καλές θεωρητικές γνώσεις για την κατανόηση των νέων δεδομένων και την
ανάπτυξη δεξιοτήτων στις εφαρμογές των νέων τεχνολογιών, που είναι διάσπαρτες
πλέον σε όλα τα σύγχρονα επαγγέλματα.
Η
εποχή που κάποιος μάθαινε το επάγγελμά
του εργαζόμενος δίπλα σε κάποιον έμπειρο επαγγελματία έχει περάσει χωρίς
επιστροφή.
Το
σχολείο, στις σημερινές συνθήκες, οφείλει να γνωρίσει σε όλους τους μαθητές τα
βασικά στοιχεία όλων των εφαρμοσμένων και ανθρωπιστικών επιστημών, αλλά και τα
βασικά στοιχεία της βιομηχανικής, αγροτικής παραγωγής και της αναπτυσσόμενης
τεχνολογίας. Μόνο αυτή η ενιαία μόρφωση θα συνδέσει δημιουργικά το σύστημα, το
περιεχόμενο, τη μέθοδο εργασίας, της γενικής μόρφωσης με τις νέες συνθήκες και
τις απαραίτητες ανάγκες της σημερινής παραγωγής και μίας ανάπτυξης σε όφελος
των ανθρώπων και όχι των κερδών.
Και φυσικά δε μπορεί να συνδεθεί αυτή την ενιαία μόρφωση με τη στενή επαγγελματική, η με την φροντιστηριοποιημένη προπαίδευση για τα Α.Ε.Ι./Τ.Ε.Ι.. Αντίθετα, πρέπει να προσαρμόζεται δυναμικά με τις μεταβολές που συντελούνται στην παραγωγή και την κοινωνία, αναλόγως των κοινωνικών αναγκών. Πρέπει, λοιπόν, η Μέση Εκπαίδευση να ενιαιοποιηθεί. Πρέπει να γίνει επιστημονικά τεχνική, στην ευρύτατη σημασία της λέξης, που θα ολοκληρώνει και θα ολοκληρώνεται με γερή γενική – ανθρωπιστική μόρφωση.
Και φυσικά δε μπορεί να συνδεθεί αυτή την ενιαία μόρφωση με τη στενή επαγγελματική, η με την φροντιστηριοποιημένη προπαίδευση για τα Α.Ε.Ι./Τ.Ε.Ι.. Αντίθετα, πρέπει να προσαρμόζεται δυναμικά με τις μεταβολές που συντελούνται στην παραγωγή και την κοινωνία, αναλόγως των κοινωνικών αναγκών. Πρέπει, λοιπόν, η Μέση Εκπαίδευση να ενιαιοποιηθεί. Πρέπει να γίνει επιστημονικά τεχνική, στην ευρύτατη σημασία της λέξης, που θα ολοκληρώνει και θα ολοκληρώνεται με γερή γενική – ανθρωπιστική μόρφωση.
Παράλληλα
η συγχρονισμένη και ενιαιοποιημένη πλέον Μέση Εκπαίδευση πρέπει να έχει την
απαραίτητη επίγνωση για τις σύγχρονες εξελίξεις. Πρέπει να καλλιεργεί θεωρητικά
και πρακτικά την αντίληψη πως η Ελλάδα έχει όλες τις δυνατότητες και όλες τις
προϋποθέσεις ν’ αναπτύξει σε μεγάλο βαθμό τις παραγωγικές της δυνάμεις και πως
ο ελληνικός λαός, με την εργασία του και με τη βοήθεια της επιστήμης και της
τεχνικής, μπορεί να εκμεταλλευτεί απεριόριστα τις πλουτοπαραγωγικές του πηγές
και το γεωφυσικό του χώρο, να αυξήσει το εισόδημά του και ν’ ανεβάσει πολύ
υψηλά το βιοτικό και πολιτιστικό του επίπεδο.
Κάτω από αυτό το πνεύμα, και με βάση αυτό το σκεπτικό, η Ενιαία Μέση Εκπαίδευση θα δίνει επιστημονικά βασισμένη τεχνική εκπαίδευση, που θ’ ανταποκρίνεται στο φλέγον ζήτημα του να θέτει τις βάσεις για την κατάρτιση των στελεχών για την εκβιομηχάνιση της χώρας, την αγροτική της οικονομία, τη μηχανοποίηση της εργασίας και για τις λοιπές κοινωνικές δραστηριότητες. Μόνο με αυτή την ενιαιοποιημένη μορφή η Μέση Εκπαίδευση θα ετοιμάζει τα παιδιά για το μέλλον, αφού βέβαια αποστολή της Μέσης Παιδείας είναι να ετοιμάσει τη νεολαία που θα δράσει με αυτήν την προοπτική.
Κάτω από αυτό το πνεύμα, και με βάση αυτό το σκεπτικό, η Ενιαία Μέση Εκπαίδευση θα δίνει επιστημονικά βασισμένη τεχνική εκπαίδευση, που θ’ ανταποκρίνεται στο φλέγον ζήτημα του να θέτει τις βάσεις για την κατάρτιση των στελεχών για την εκβιομηχάνιση της χώρας, την αγροτική της οικονομία, τη μηχανοποίηση της εργασίας και για τις λοιπές κοινωνικές δραστηριότητες. Μόνο με αυτή την ενιαιοποιημένη μορφή η Μέση Εκπαίδευση θα ετοιμάζει τα παιδιά για το μέλλον, αφού βέβαια αποστολή της Μέσης Παιδείας είναι να ετοιμάσει τη νεολαία που θα δράσει με αυτήν την προοπτική.
Είναι
αναγκαίο, όσο ποτέ άλλοτε, ο νέος άνθρωπος να έχει όλες τις γενικές γνώσεις που
απαιτούνται, όχι μόνο για να μπορεί να κατανοήσει το γνωστικό αντικείμενο ενός
επαγγέλματος σήμερα, αλλά να μπορεί να κατανοήσει και να αφομοιώσει τις
τεχνολογικές εξελίξεις που θα έλθουν αύριο.
Αυτή η νέα πραγματικότητα οδηγεί στην
αναγκαιότητα καθιέρωσης 12χρονης υποχρεωτικής εκπαίδευσης, με παράλληλη
μετακίνηση της επαγγελματικής εξειδίκευσης για μετά το 12χρονο υποχρεωτικό
σχολείο.
Η Δευτεροβάθμια εκπαίδευση πρέπει να
μετατραπεί σε ένα Πολυτεχνικό Σχολείο, που να είναι απαλλαγμένο απ’ το σημερινό
εξετασιοκενρικό του χαρακτήρα, με αυτοδύναμο εκπαιδευτικό και παιδαγωγικό ρόλο,
που ΔΕΝ θα λειτουργεί ως προθάλαμος για την τριτοβάθμια εκπαίδευση.
Το σχολείο αυτό πρέπει να έχει ως
αντικειμενικούς στόχους:
1)
Την ανάπτυξη
μιας ευρύτερης παιδείας με την κατάκτηση των πολιτισμικών αξιών της
ανθρωπότητας.
2)
Την ανάπτυξη της
κριτικής του ικανότητας.
3)
Την κατάκτηση
της γενικής γνώσης που έχει ανάγκη ο νέος άνθρωπος για να
μπορεί να κατανοήσει τον κόσμο και φυσικά τις σύγχρονες τεχνολογικές
εξελίξεις.
4)
Την απόκτηση
Βασικών γνώσεων και δεξιοτήτων των σύγχρονων τομέων της βιομηχανικής, αγροτικής
παραγωγής και της αναπτυσσόμενης τεχνολογίας.
Μέσα
στο πρόγραμμα αυτού του σχολείου πρέπει να διαχέονται οι βασικές γνώσεις των
σύγχρονων επιστημών και τεχνολογιών, που πολλές απ’ αυτές μπορεί να διδάσκονται
και μέσω εργαστηριακών μαθημάτων.
Στα
πλαίσια αυτού του σχολείου πρέπει να υπάρχει ένα σύγχρονο δίκτυο που με
επιστημονικούς τρόπους να αναδεικνύει τα ενδιαφέροντα και τις κλίσεις των
μαθητών, για να μπορούν οι ίδιοι στη συνέχεια να επιλέξουν, ανάλογα με τις
δυνατότητες και τα ενδιαφέροντά τους, τον τομέα επαγγελματικών δραστηριοτήτων
που προτιμούν.
Είναι αυτονόητο ότι στο σχολείο αυτό
πρέπει να εφαρμόζεται ένα δίκτυο ενίσχυσης των «αδύνατων» μαθητών, λειτουργικά
και δομικά ενταγμένο μέσα στη λειτουργία του σχολείου.
Το
εκπαιδευτικό προσωπικό αυτού του σχολείου, πρέπει να είναι μόνιμο, οργανικά
ενταγμένο μέσα στη σχολική μονάδα. Αυτό σημαίνει την κατάργηση του θεσμού των
ωρομισθίων και την ελαχιστοποίηση των αναπληρωτών εκπαιδευτικών μόνο για τις
έκτακτες ανάγκες.
ΤΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΤΗΣ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΗΣ
ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ
Το
σχολείο της Επαγγελματικής εκπαίδευσης θα λειτουργεί μετά απ’ το 12χρονο
σχολείο της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης.
Το
σχολείο αυτό προορίζεται για τους αποφοίτους της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης που
για διαφόρους λόγους δεν εισάγονται στην Τριτοβάθμια εκπαίδευση
Το επαγγελματικό σχολείο πρέπει να είναι διετές, δημόσιο ενταγμένο
στο Υπουργείο Παιδείας, με μόνιμο εκπαιδευτικό προσωπικό και όρους λειτουργίας
του δημόσιου σχολείου της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης.
Οι
τομείς και οι ειδικότητες πρέπει να καλύπτουν τους τομείς και τις ειδικότητες των
σημερινών σχολείων της Επαγγελματικής Εκπαίδευσης (ΕΠΑΛ, ΙΕΚ, ΣΕΚ) με την προσθήκη και άλλων που θα κριθούν
αναγκαίες σύμφωνα με τις ανάγκες παραγωγικής ανασυγκρότησης και ανάπτυξης της
χώρας.
Οι
απόφοιτοι του Επαγγελματικού Σχολείου πρέπει να έχουν ξεκάθαρα Επαγγελματικά
δικαιώματα.
Ο στόχος αυτού του σχολείου πρέπει να
είναι η εκπαίδευση των μαθητών για την απόκτηση ολοκληρωμένων γνώσεων
(θεωρητικών και δεξιοτήτων) ενός ολοκληρωμένου γνωστικού αντικειμένου που
ορίζεται ως επάγγελμα. Σε καμιά περίπτωση δεν θα ενσωματώνει στο πρόγραμμα
σπουδών του, προγράμματα μαθητείας.
Οι πτυχιούχοι του Επαγγελματικού
Σχολείου θα πρέπει να έχουν την δυνατότητα πρόσβασης στην Τριτοβάθμια
Εκπαίδευση.
Το επαγγελματικό πτυχίο του σχολείου
αυτού πρέπει να παραπέμπει σε συγκεκριμένα επαγγελματικά δικαιώματα.
Όλοι οι άλλοι θεσμοί Επαγγελματικής
Εκπαίδευσης και Κατάρτισης όπως Σχολές Επαγγελματικής Κατάρτισης (ΣΕΚ) που
λειτουργούν σε άλλα Υπουργεία και φυσικά στον ΟΑΕΔ, Ινστιτούτα Επαγγελματικής
Κατάρτισης (ΙΕΚ), Κέντρα Επαγγελματικής Κατάρτισης (ΚΕΚ) κλπ, πρέπει να καταργηθούν.
ΕΙΔΙΚΟΤΕΡΑ ΓΙΑ ΤΗ ΤΕΧΝΙΚΗ-ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΗ
ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΣΗΜΕΡΑ
Οι
εκπαιδευτικές δομές της Τεχνικής-Επαγγελματικής Εκπαίδευσης αποτελούν σήμερα για
τους μαθητές και τους γονείς τους, σχολεία δεύτερης και τρίτης επιλογής.
Α.
Μαθητικό δυναμικό.
Είναι γνωστό ότι στα σχολεία της
Τεχνικής Επαγγελματικής Εκπαίδευσης συσσωρεύεται το σύνολο των μαθητών της
υποχρεωτικής εκπαίδευσης που χαρακτηρίζονται ως «αδύνατοι μαθητές».
Ανέκαθεν
η Τεχνική Εκπαίδευση απευθύνονταν σε μαθητές των κατώτερων οικονομικά στρωμάτων
του Ελληνικού πληθυσμού, που στα τελευταία χρόνια συμπληρώθηκαν με τους
παλιννοστούντες και τους οικονομικούς μετανάστες.
Έτσι
κι’ αλλιώς τα κομμάτια αυτά του πληθυσμού δεν
έχουν την οικονομική δυνατότητα να αντεπεξέλθουν στο τεράστιο οικονομικό
βάρος της προετοιμασίας για την είσοδο στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Πολύ
περισσότερο σήμερα που με τις εφαρμοζόμενες πολιτικές των υπερεθνικών κέντρων
(Ε.Ε., Δ.Ν.Τ., Ο.Ο.Σ.Α. κ.λπ) και των ελληνικών κυβερνήσεων που διαχειρίζονται
την οικονομική κρίση, συντελείται μια πολύ μεγάλης έκτασης φτωχοποίηση του
ελληνικού πληθυσμού με την οικονομική διάλυση των μεσαίων οικονομικά στρωμάτων
και την περαιτέρω εξαθλίωση των
υπολοίπων χαμηλότερων στρωμάτων.
Όσον
αφορά τους παλιννοστούντες και τους
αλλοδαπούς μαθητές εκτός απ’ τη
οικονομική ανέχεια, ανασταλτικός παράγοντας αποτελεί και το πρόβλημα της
γλώσσας, μιας και οι υποδομές υποστήριξης αυτών των μαθητών ήταν και
εξακολουθούν να είναι ανύπαρκτες.
Πολλοί απ’ τους μαθητές που έρχονται στα
σχολεία της Τεχνικής εκπαίδευσης δεν μπορούν να καταγράψουν τις σκέψεις τους
στο χαρτί και η γραφή τους είναι ασύντακτη. Επίσης πολλοί απ’ αυτούς δεν έχουν
καταχτήσει τις τέσσερες πράξεις της αριθμητικής.
Εκ’
των πραγμάτων είναι αδύνατον να παρακολουθήσουν το επίπεδο των γενικών
μαθημάτων που διδάσκονται στη Λυκειακή βαθμίδα, αλλά και των γνωστικών
αντικειμένων που απαιτούνται για τα σύγχρονα επαγγέλματα.
Για
την πλειοψηφία των μαθητών της Τεχνικής Εκπαίδευσης είναι ίσως η μοναδική
ευκαιρία για κοινωνική ένταξη, έστω και με την μορφή του φτηνού απασχολήσιμου
εργατοτεχνικού προσωπικού
Πως φτάσαμε ως εδώ.
Με
την θεσμοθέτηση της υποχρεωτικής εννιάχρονης εκπαίδευσης και την κατάργηση των
ενδιάμεσων εξετάσεων απ’ το Δημοτικό στο Γυμνάσιο και απ’ το Γυμνάσιο στο
Λύκειο το σχολείο της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης από επιλεκτικό έγινε μαζικό.
Η
θεσμοθέτηση της υποχρεωτικής εννιάχρονης εκπαίδευσης, στο τέλος της 10ετίας του
1970 και το άνοιγμα της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης σε περισσότερους αποφοίτους
της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, αποτέλεσαν το όχημα για τη μετάβαση σε ένα
ανθρώπινο δυναμικό ικανό να στελεχώσει την οικονομική πραγματικότητα της χώρας
σ’ ένα τοπίο που το κύριο χαρακτηριστικό
της ήταν η απαρχή της ραγδαίας ανάπτυξης της τεχνολογίας.
Η
μετάβαση, όμως, απ’ το επιλεκτικό στο
μαζικό σχολείο έγινε με άναρχο τρόπο,
χωρίς την οικονομική και πολιτική στήριξη σε θεσμούς και υποδομές, που ήταν και
είναι απαραίτητες για την κατάχτηση απ’ το σύνολο των μαθητών του ελάχιστου
επιπέδου γνώσεων, στο τέλος της εννιάχρονης υποχρεωτικής εκπαίδευσης.
Είναι σαφές ότι ο στόχος αυτός δεν
μπορεί να πραγματοποιηθεί μόνο με τον δάσκαλο ή τον καθηγητή της τάξης, γιατί,
κατά γενική ομολογία, αυτός είναι αναγκασμένος να προχωράει στην εκπαιδευτική
διαδικασία με βάση τον μέσο όρο της τάξης. Έτσι οι «αδύνατοι» μαθητές, όσοι δεν
απομακρύνονται απ’ το σχολείο ως μαθητική διαρροή, περνάνε απ’ τις τάξεις
συσσωρεύοντας γνωστικά κενά αντί για γνώσεις.
Έτσι
η συσσώρευση «αδύνατων» μαθητών απ’ το Δημοτικό έως το Γυμνάσιο, λόγω έλλειψης
ουσιαστικών θεσμών και υποδομών ενίσχυσης για την κάλυψη των βασικών τους
εκπαιδευτικών κενών, οδηγεί στην αναγκαστική μετακύλιση του προβλήματος στη
λυκειακή βαθμίδα. Η συντριπτική
πλειοψηφία των μαθητών αυτών, όσοι δεν εγκαταλείψουν το σχολείο ως μαθητική
διαρροή, συσσωρεύεται αναγκαστικά στα σχολεία της Τεχνικής Επαγγελματικής
Εκπαίδευσης, με τα γνωστά αποτελέσματα της ουσιαστικής αδυναμίας παρακολούθησης
της εκπαιδευτικής διαδικασίας.
Η προσπάθεια ενίσχυσης των μαθητών αυτών
στα πλαίσια της λυκειακής βαθμίδας αποτελεί ημίμετρο, γιατί δεν είναι δυνατόν
να καλυφθούν τα εκπαιδευτικά κενά, που συσσωρεύτηκαν από καταβολής σχολείου.
Στην
ουσία το πρόβλημα της Τεχνικής Επαγγελματικής Εκπαίδευσης αποτελεί ουσιαστικό
πρόβλημα αναβάθμισης του συνόλου της Εκπαίδευσης απ’ την είσοδο του μαθητή στην
εκπαιδευτική διαδικασία.
Στα
πλαίσια αυτής της αναβάθμισης απαιτούνται εκπαιδευτικοί θεσμοί υποστήριξης αλλά
και υποδομές που θα στηρίξουν αυτή την προσπάθεια. Οι θεσμοί αυτοί πρέπει να
λειτουργούν με την είσοδο του μαθητή στην εκπαιδευτική διαδικασία. Η πολιτεία
οφείλει να ενσωματώσει τον θεσμό της ενίσχυσης των «αδύνατων» μαθητών μέσα στον
θεσμό του σχολείου. Για τον σκοπό αυτό επιβάλλεται να καλυφτούν οι σχολικές
μονάδες με το κατάλληλο μόνιμο προσωπικό, αλλά και με τις υποδομές υποστήριξης
που απαιτούνται.
Β. Εκπαιδευτική Διαδικασία
Το
βασικό πρόβλημα στη διδασκαλία των μαθημάτων των ειδικοτήτων είναι ο
διαχωρισμός τους σε Θεωρητικό Μέρος και Εργαστηριακό Μέρος που μπορούν να
διδαχθούν από διαφορετικούς εκπαιδευτικούς. Αυτό διαχωρίζει τη διδασκαλία των
ενιαίων επιστημονικών πεδίων που οριοθετούν και συγκροτούν ένα μάθημα. Είναι
σαν να διαχωρίζουμε το μάθημα της Φυσικής ή της Χημείας σε δύο διακριτά μαθήματα
το ένα Θεωρητικό και το άλλο Εργαστηριακό, που να διδάσκονται από διαφορετικούς
εκπαιδευτικούς.
Το
πρόβλημα οξύνεται λόγω του κτιριακού και κατ’ επέκταση του διοικητικού
διαχωρισμού των σχολικών μονάδων της Επαγγελματικής Εκπαίδευσης σε κτίριο
Θεωρητικής διδασκαλίας (ΕΠΑΛ) και σε κτίριο Εργαστηριακής διδασκαλίας (ΕΚ). Τα
Εργαστηριακά Κέντρα (ΕΚ) καλούνται να εξυπηρετήσουν, ειδικά στα αστικά κέντρα, τις
ανάγκες περισσότερων της μίας σχολικής μονάδας (ΕΠΑΛ).
Η αρχιτεκτονική δομή των σχολικών
μονάδων της Τεχνικής Επαγγελματικής Εκπαίδευσης πρέπει να υπηρετεί την
ενοποίηση της εκπαιδευτικής διαδικασίας.
Επιβάλλεται η κατασκευή κτηρίων, όπου
για κάθε αίθουσα Εργαστηρίου να υπάρχει οργανικά δεμένη με το εργαστήριο και
αίθουσα διδασκαλίας. Ο αντικειμενικός στόχος που επιβάλλεται να εξυπηρετείται για την διδασκαλία του θεωρητικού τμήματος του
γνωστικού αντικειμένου, είναι να υπάρχει άμεση πρόσβαση στα εποπτικά μέσα και
στους προσομοιωτές, που ούτως ή άλλως βρίσκονται στο εργαστήριο, αλλά και στον
υπόλοιπο εξοπλισμό του εργαστηρίου που μπορεί να προσφερθεί για επίδειξη αν το
επιβάλει η εκπαιδευτική διαδικασία.
Αυτά τα κτιριακά συγκροτήματα πρέπει να
κατασκευάζονται πλέον, έτσι ώστε να αποτελούν το μοναδικό σχολικό συγκρότημα
της Τεχνικής Επαγγελματικής Εκπαίδευσης.
Έως ότου αυτό γίνει εφικτό είναι
αναγκαίο να οργανωθούν αίθουσες διδασκαλίας στα κτίρια των ΕΠΑΛ, για κάθε
γνωστικό αντικείμενο ή για ομάδα ομοειδών γνωστικών αντικειμένων. Οι αίθουσες
αυτές πρέπει να διαθέτουν όλες τις προδιαγραφές και τον εποπτικό εξοπλισμό που
να καλύπτουν τα γνωστικά αντικείμενα που διδάσκονται σ’ αυτές.
Πρέπει να γίνει κατανοητό ότι διδασκαλία
σε θεωρητικό μάθημα ειδικότητας σε αίθουσα με μόνο εφόδιο τον πίνακα
διδασκαλίας δεν είναι εφικτό.
Εντύπωση
προκαλούν οι διατάξεις του νέου κανονισμού λειτουργίας των Εργαστηριακών
Κέντρων που βρίσκονται στον αντίποδα της προσπάθειας της ενοποίησης της
εκπαιδευτικής διαδικασίας, αφού επιβάλει τον διαχωρισμό στη διδασκαλία του
Θεωρητικού μέρους των μαθημάτων ειδικότητας απ’ το αντίστοιχο Εργαστηριακό.
Αντί να προκρίνει την
εκπαιδευτική ενοποίηση στη διδασκαλία των μαθημάτων ειδικότητας, όπου αυτό
είναι δυνατόν με βάση τις υποδομές και την σύνθεση του εκπαιδευτικού
προσωπικού, απαιτεί τον απόλυτο διαχωρισμό στη διδασκαλία των Εργαστηριακών απ’
τα Θεωρητικά μαθήματα. Δηλαδή διαχωρίζονται σε επίπεδο διδασκαλίας τα ενιαία
επιστημονικά πεδία που προσδιορίζονται ως ενιαίο μάθημα, με τη μορφή του μικτού
μαθήματος (αΘ+βΕ) και βαθμολογούνται
ενιαία με έναν τελικό βαθμό.
Οι
ρυθμίσεις αυτές δημιουργούν και εργασιακά προβλήματα στους εκπαιδευτικούς των διαφορετικών
κλάδων της ίδιας ειδικότητας που έχουν για τα συγκεκριμένα μαθήματα κοινή πρώτη
ανάθεση. Υπάρχουν πολλές περιπτώσεις όπου τα στελέχη του Εργαστηριακού Κέντρου
καλύπτουν όλα τα εργαστηριακά μαθήματα, όπως οφείλουν σύμφωνα με τον νέο
κανονισμό, με αποτέλεσμα εκπαιδευτικοί των κλάδων ΤΕ01 που διδάσκουν μόνο
εργαστηριακά μαθήματα να πλεονάζουν. Ταυτόχρονα δημιουργούνται εκπαιδευτικές
ανάγκες (κενά) σε αντίστοιχες ώρες Θεωρητικής διδασκαλίας που πρέπει να
καλυφθούν με μετακίνηση εκπαιδευτικού από άλλο σχολείο ή περιοχή ή με την πρόσληψη αναπληρωτή ή ωρομισθίου
εκπαιδευτικού.
Ο
κανονισμός αυτός των Εργαστηριακών Κέντρων δίδει περισσότερο βάρος στον
διοικητικό αλλά και κατ’ επέκταση στον εκπαιδευτικό διαχωρισμό απ’ τα ΕΠΑΛ, που
μόνο σε βάρος και σε υποβάθμιση της
εκπαιδευτικής διαδικασίας θα οδηγήσει.
Επιπρόσθετα αυτός
ο εκπαιδευτικός διαχωρισμός, πιθανόν, να σχεδιάστηκε για να βοηθήσει την εφαρμογή της μαθητείας στο σχολείο και
την είσοδο των επιχειρήσεων μέσα στις σχολικές τάξεις, κατ’ επιταγή των
κατευθύνσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των προαπαιτούμενων του 3ου
Μνημονίου.
ΤΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΤΗΣ ΤΕΧΝΙΚΗΣ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΗΣ
ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΣΤΗ ΜΕΤΑΒΑΣΗ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΝΙΑΙΟ 12ΧΡΟΝΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΤΗΣ ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑΣ
ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ
Το
ερώτημα που πρέπει να απαντηθεί είναι αν είναι εφικτό να σχεδιαστεί και να
λειτουργήσει άμεσα το ενιαίο πολυτεχνικό σχολείο της Δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης
στα πλαίσια του ενιαίου 12χρονου σχολείου.
Το
ερώτημα θα απαντηθεί απ’ τη δυνατότητα του μαθητικού δυναμικού να
παρακολουθήσει το πρόγραμμα σπουδών του συγκεκριμένου σχολείου.
Επιβάλλεται να υπάρχει ένα χρονικό
μεταβατικό στάδιο για τη λειτουργία το Ενιαίου Πολυτεχνικού σχολείου της
Δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, απ’ την χρονική στιγμή που θα αρχίσουν να υλοποιούνται
πολιτικές και θεσμοί εκπαιδευτικής υποστήριξης των μαθητών που το έχουν ανάγκη,
αλλά και υποδομές που θα στηρίξουν αυτή την προσπάθεια.
Οι
θεσμοί και οι υποδομές υποστήριξης πρέπει να λειτουργούν αμέσως με την ένταξη
του μαθητή στο σχολικό περιβάλλον.
Πρόταση για τις σημερινές συνθήκες.
1)
Μια
δομή Επαγγελματικού σχολείου στη Δευτεροβάθμια εκπαίδευση, αυτή του
Επαγγελματικού Λυκείου. Το πρόγραμμα σπουδών αυτού του Λυκείου θα περιλαμβάνει
μαθήματα Γενικής Παιδείας και μαθήματα (Θεωρητικά και Εργαστηριακά) τομέων. Οι
απόφοιτοι θα παίρνουν απολυτήριο Λυκείου και βασικό πτυχίο τομέα που θα
παραπέμπει σε βασικά επαγγελματικά δικαιώματα.
2)
Λειτουργία
άμεσα του Δίχρονου Επαγγελματικού σχολείου μετά τη Δευτεροβάθμια με τους όρους
και τις προϋποθέσεις που αναπτύχθηκαν πιο πάνω στην αντίστοιχη ενότητα.
3)
Χρονοδιάγραμμα
μετάβασης απ’ τους δύο τύπους Λυκείου (Γενικό – Επαγγελματικό) στο Ενιαίο
Πολυτεχνικό Σχολείο της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης στα πλαίσια της 12χρονης υποχρεωτικής
εκπαίδευσης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου